
Με τα παρακάτω λόγια ο Σοκαριανός δικηγόρος Γιώργος Καρτσωνάκης περιέγραψε με τον καλύτερο τρόπο το χρονικό της Σπηλιάρας σε ομιλία του την ιστορικήν επαίτιο της 17ης Αυγούστου 2007.
"Έχουν περάσει ήδη 63 χρόνια από την 17η Αυγούστου του 1944.Από την ομαδική εκτέλεση των 27 ΣοκαριανώνΚάθε χρόνο στο γύρισμα της ιστορικής ημερομηνίας της θυσίας του Σοκαρά, όπως και κάθε κρητικού χωριού, οι ζωντανοί θυμούνται για μια μέρα τους αγωνιστές της αντίστασης και της λευτεριάς. Το μερίδιο της τιμής του αγώνα το κράτησαν οι νεκροί και της μνήμης οι ζωντανοί. Το χρέος όμως στους μάρτυρες της περιόδου αυτής μένει ανεξόφλητο. Οι θυσίες πρέπει να αναγνωρίζωνται και να διδάσκωνται. Για να μάθουν τα παιδιά μας, οι νεώτεροι ότι όλοι σήκωσαν το λάβαρο της αντίστασης. Ολοι δόθηκαν ολοκληρωτικά στον αγώνα. Το καρδιοκτύπι της αντίστασης, το ζυγό της σκλαβιάς, το σταυρό της θυσίας, τον κράτησαν όλοι μαζί: Οι νεκροί του αγώνα, τα ορφανά, οι χήρες, οι γέροντες, οι ανάπηροι, ο κλήρος, ο λαός ολόκληρος. Όλοι αναμέτρησαν την ευθύνη και το χρέος απέναντι στην ιστορία .Και παρά τις εκατόμβες των θυμάτων και τα ολοκαυτώματα έμεινε απροσκύνητη κι απάτητη τούτη η γης.
Η ιστορία πρέπει να μείνει ανεξίτηλη στις γενιές, που ακολούθησαν. Γιατί τούτος ο τόπος δεν ανήκει μόνο στους ζωντανούς, αλλά και σ εκείνους που έφυγαν και σ εκείνους που θάρθουν.
Η ιστορία γράφεται από αυτούς που επέζησαν, από τους επώνυμους και ανώνυμους πρωταγωνιστές της. Ομως η πραγματική ιστορία είναι μιά κραυγή αλήθειας. Μιά κραυγή μέσα από τους τάφους των πρωταγωνιστών της, που συνήθως είναι και θύματά της και όποιος την ακούσει μπορεί να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα χωρίς προκαταλήψεις και επιφυλάξεις.
Σήμερα και για μιά μέρα τιμούμε τους δικούς μας μάρτυρες. Ευχόμαστε και προσευχόμαστε. Τους τιμούμε όπως αρμόζει στους εκλεκτούς της δόξας, στους μεγάλους νεκρούς της ιστορίας. Τους στήσαμε μνημεία, στήλες με τα ονόματά τους, οικοδομήσαμε μιά εκκλησιά, αντάξια του μεγαλείου τους και των οικονομικών δυνατοτήτων της εποχής, τους στεφανώνομε με δάφνινα στέφανα και δάκρυα ευγνωμοσύνης.
Ενα είναι βέβαιο ότι ο Σοκαράς πλήρωσε